Komplett στα ελληνικά
Μετάφραση: komplett, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθωσπρέπει, πρέπων, ευπρεπής, σωστός, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Μεταφράσεις
- kompenzáló στα ελληνικά - αποζημίωση, αποζημίωσης, αντιστάθμιση, αντιστάθμισης, αποζημιώσεως
- kompiláció στα ελληνικά - συλλογή, σύνταξη, κατάρτιση, κατάρτισης, συγκέντρωση
- komplex στα ελληνικά - περίπλοκος, πολύπλοκος, πολυσύνθετος, σύνθετος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
- komplexus στα ελληνικά - σύνθετος, πολυσύνθετος, περίπλοκος, πολύπλοκος, συγκρότημα, σύμπλεγμα, πολύπλοκες, ...
Τυχαίες λέξεις
Komplett στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθωσπρέπει, πρέπων, ευπρεπής, σωστός, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί
Μεταφράσεις: καθωσπρέπει, πρέπων, ευπρεπής, σωστός, πλήρης, πλήρη, πλήρες, πλήρους, ολοκληρωθεί