Krónika στα ελληνικά

Μετάφραση: krónika, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χρονικά, χρονικό, Chronicle, εξιστορεί κατά γράμμα, το χρονικό, Χρονικόν
Krónika στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • krétakorszak στα ελληνικά - γυψώδης, Κρητιδικής, Κρητιδική, Κρητιδικό, Κρητιδικού
  • krétás στα ελληνικά - ασβεστολιθικός, αλευρώδη, κιμωλίας, κρητιδική, ασβεστολιθικά
  • krónikus στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
  • krónikás στα ελληνικά - χρονικογράφος, χρονογράφος, χρονογράφο, χρονικογράφο, χρονογράφου
Τυχαίες λέξεις
Krónika στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χρονικά, χρονικό, Chronicle, εξιστορεί κατά γράμμα, το χρονικό, Χρονικόν