Látkép στα ελληνικά

Μετάφραση: látkép, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορίζοντας, θέα, άποψη, ενόψει, όψη, προβολή
Látkép στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • láthatári στα ελληνικά - οριζόντιος, δείτε, βλέπε, βλ, δούμε, βλέπετε
  • látható στα ελληνικά - ευδιάκριτος, ορατός, ορατή, ορατό, ορατά, ορατές
  • látnok στα ελληνικά - οραματιστής, όραμα, οραματική, οραματιστή, με όραμα
  • látogatottság στα ελληνικά - παρουσία, συμμετοχή, τη συμμετοχή, φοίτηση, παρόντων
Τυχαίες λέξεις
Látkép στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορίζοντας, θέα, άποψη, ενόψει, όψη, προβολή