Lelemény στα ελληνικά
Μετάφραση: lelemény, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τέχνασμα, πολυμήχανος, επινοητικοί, πολυμήχανοι, επινοητικός, πολυμήχανους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lekötés στα ελληνικά - κατάθεση, κατάθεσης, καταθέσεων, προκαταβολή, των καταθέσεων
- lelassulás στα ελληνικά - απαγχονίζω, επιβράδυνση, επιβράδυνσης, επιβράδυνση της, ύφεση, ύφεσης
- leleményes στα ελληνικά - επινοητικός, εφευρετικός, πολυμήχανος, επινοητικοί, πολυμήχανοι, πολυμήχανους
- leleményesség στα ελληνικά - πόροι, εξυπνάδα, ευφυία, εφευρετικότητα, ευστροφία, επινοητικότητα
Τυχαίες λέξεις
Lelemény στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τέχνασμα, πολυμήχανος, επινοητικοί, πολυμήχανοι, επινοητικός, πολυμήχανους
Μεταφράσεις: τέχνασμα, πολυμήχανος, επινοητικοί, πολυμήχανοι, επινοητικός, πολυμήχανους