Méter στα ελληνικά

Μετάφραση: méter, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρητής, μέτρο, μετρητή, μέτρων, μέτρου
Méter στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mészárszék στα ελληνικά - σφαγή, Κρεοπωλεία, κρεοπωλείο, κρεοπωλείου, κρεοπωλείων
  • métely στα ελληνικά - δηλητήριο, δηλητηρίου, δηλητηριάσεων, το δηλητήριο, δηλητηριώδη
  • méz στα ελληνικά - μέλι, μελιού, το μέλι, του μελιού
  • mézes στα ελληνικά - μελιστάλαχτων, honeyed, μελωμένων, μελωμένα, μελιστάλαχτα
Τυχαίες λέξεις
Méter στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρητής, μέτρο, μετρητή, μέτρων, μέτρου