Megereszkedett στα ελληνικά

Μετάφραση: megereszkedett, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόσικος, λυτός, λάσκος, χαλαρός, χαλάρωση, κρεμώντας, χαλάρωση του, χαλάρωσης, sagging
Megereszkedett στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • megengedett στα ελληνικά - νόμιμος, επιτρέπονται τα κατοικίδια, κατοικίδια, τα κατοικίδια, επιτρέπονται, επιτρέπονται τα
  • megengedés στα ελληνικά - είσοδος, επίδομα, αποζημίωση, επιδόματος, αποζημίωσης, το επίδομα
  • megereszkedés στα ελληνικά - ξεκούραση, εκτόνωση, γέρνω, SAG, κρεμάει, η SAG, την SAG
  • megeresztés στα ελληνικά - εκτόνωση, ξεκούραση, σκλήρυνση, βαφής, επαναφοράς, εγκλιματισμού, θερμικής κατεργασίας
Τυχαίες λέξεις
Megereszkedett στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόσικος, λυτός, λάσκος, χαλαρός, χαλάρωση, κρεμώντας, χαλάρωση του, χαλάρωσης, sagging