Munka στα ελληνικά

Μετάφραση: munka, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καθήκον, δουλειά, εργασία, έργο, εργασίας, εργασίες
Munka στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mulató στα ελληνικά - αίθουσα, νυχτερινό κέντρο διασκέδασης, κλαμπ, Νυχτερινό κλαμπ, Nightclub, Νυχτερινά κέντρα
  • mumus στα ελληνικά - αγελάδα, φοβήτρο, Bugaboo, μπαμπούλα, της Bugaboo, τη Bugaboo
  • munkaasztal στα ελληνικά - έδρανο, πάγκος, έδρα, παγκάκι, τραπέζι εργασίας, πάγκο εργασίας, πάγκου εργασίας, ...
  • munkabefejezés στα ελληνικά - κόψιμο, κόβω, κοπή, αποπεράτωσης του έργου, εργασιών Τέλος
Τυχαίες λέξεις
Munka στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καθήκον, δουλειά, εργασία, έργο, εργασίας, εργασίες