Pénznem στα ελληνικά
Μετάφραση: pénznem, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νόμισμα, συνάλλαγμα, νομίσματος, συναλλάγματος, νομισμάτων, το νόμισμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beomlás στα ελληνικά - κατάρρευση, κατάρρευσης, πτώση, την κατάρρευση, η κατάρρευση
- gyerekkor στα ελληνικά - παιδική ηλικία, παιδικής ηλικίας, την παιδική ηλικία, παιδική, παιδικής
- hátralék στα ελληνικά - κατάλοιπο, απόθεμα, καθυστέρηση, ανεκτέλεστο υπόλοιπο, ανεκτέλεστες, συσσώρευση
- hídoszlop στα ελληνικά - αποβάθρα, μόλος
Τυχαίες λέξεις
Pénznem στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νόμισμα, συνάλλαγμα, νομίσματος, συναλλάγματος, νομισμάτων, το νόμισμα
Μεταφράσεις: νόμισμα, συνάλλαγμα, νομίσματος, συναλλάγματος, νομισμάτων, το νόμισμα