Pótkötet στα ελληνικά
Μετάφραση: pótkötet, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπληρώνω, συμπλήρωμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- borbély στα ελληνικά - κουρέας, Κομμωτήριο, κουρέα, Barber, κουρείο
- hasogató στα ελληνικά - διαπεραστικό
- hazafiúi στα ελληνικά - πατριωτικός, πατριωτικό, πατριωτική, πατριωτικά, πατριωτικές
- horgonykötél στα ελληνικά - διαστρεβλώνω, καλώδιο, hawser, συρματόσχοινου έλξης, σχοινιού, συρματόσχοινο έλξης
Τυχαίες λέξεις
Pótkötet στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπληρώνω, συμπλήρωμα
Μεταφράσεις: συμπληρώνω, συμπλήρωμα