Privát στα ελληνικά
Μετάφραση: privát, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών
Μεταφράσεις
- hernyó στα ελληνικά - κάμπια, Caterpillar, της Caterpillar, κάμπιας, η Caterpillar
- kirojtosodás στα ελληνικά - ξεφτίζω, συμπλοκή, ξέφτισμα, το ξέφτισμα, φθορές, λανάρισμα, ξεφτίσματος
- konzisztencia στα ελληνικά - συνοχή, συνέπεια, συνέπειας, τη συνοχή, η συνοχή
- kékcsóka στα ελληνικά - μπικουτί
Τυχαίες λέξεις
Privát στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών
Μεταφράσεις: ιδιωτικός, φαντάρος, ιδιαίτερος, ιδιωτικό, ιδιωτική, ιδιωτικού, ιδιωτικών