Síró στα ελληνικά

Μετάφραση: síró, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλάψιμο, κλάμα, κλαίει, να κλαίει, κλαίνε, φωνάξει
Síró στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ajzószer στα ελληνικά - ντοπάρω, διεγερτικά, διεγερτικών, διεγέρτες, τα διεγερτικά, τονωτικά
  • csomósodás στα ελληνικά - Κόμβοι, κόμποι, κόμπους, κόμβους, knots
  • fénytan στα ελληνικά - οπτική, οπτικών, οπτικά, οπτικές, οπτικής
  • léhaság στα ελληνικά - ελαφρότητα, την ελαφρότητα, ελαφρότητας, ανύψωσης του
Τυχαίες λέξεις
Síró στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλάψιμο, κλάμα, κλαίει, να κλαίει, κλαίνε, φωνάξει