Törvénykezés στα ελληνικά
Μετάφραση: törvénykezés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- elterjedtség στα ελληνικά - διείσδυση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
- elvonultság στα ελληνικά - μυστικότητα, ησυχία, ιδιωτικής ζωής, Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων, ιδιωτική ζωή
- heppes στα ελληνικά - μονόπλευρη, lopsided, ασύμμετρης, ετεροβαρής
- körbe στα ελληνικά - γύρος, στρογγυλός, περιοδεία, γύρω, γύρω από, περίπου, όλο, ...
Τυχαίες λέξεις
Törvénykezés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία
Μεταφράσεις: δικαιοδοσία, αρμοδιότητα, δικαιοδοσίας, διεθνή δικαιοδοσία, τη δικαιοδοσία