Tinktúra στα ελληνικά

Μετάφραση: tinktúra, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα
Tinktúra στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arábiai στα ελληνικά - αραβούργημα, αραβικός, Arabian, Αραβική, αραβικό, Περσικό
  • háziasszony στα ελληνικά - οικοδέσποινα, νοικοκυρά, νοικοκυράς, νοικοκυρά που, οικοκυρά
  • konfliktus στα ελληνικά - σύγκρουση, συγκρούσεων, σύγκρουσης, των συγκρούσεων, συγκρούσεις
Τυχαίες λέξεις
Tinktúra στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάμμα, βάμματος, tincture, ό βάμμα, το βάμμα