Tolás στα ελληνικά

Μετάφραση: tolás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χωμένος, μπήγω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης
Tolás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bejárás στα ελληνικά - είσοδος, αποδοχή, είσοδο, την αποδοχή, παραδοχή
  • dacos στα ελληνικά - ιταμός, προκλητικός, προκλητική, προκλητικό, προκλητικά, προκλητικής
  • megtörténés στα ελληνικά - περιστατικό, συμβάν, γεγονός, η εμφάνιση, την εμφάνιση, η παρουσία, η εκδήλωση, ...
  • nyugvó στα ελληνικά - καθιστικός, συνεδρίαση, στατικός, στατική, στατικό, στατικές, στατικής
Τυχαίες λέξεις
Tolás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χωμένος, μπήγω, ώθηση, ώθησης, πάτημα, πίεσης, προώθησης