Δεσμεύω στα αγγλικά

Μετάφραση: δεσμεύω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
commit, bind, fetter, tether, shackle, plight
Δεσμεύω στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δεσμεύω

bind
  • δένω
  • δεσμεύω
  • αναλαμβάνω υποχρέωση
  • υποχρεώνω
  • κλείνω συμφωνία
gyve
  • πεδικλώ
  • δεσμεύω
fetter
  • δεσμεύω
  • πεδικλώνω
plight
  • δεσμεύω
  • δίνω το λόγο μου
tether
  • δεσμεύω
enchain
  • αλυσοδένω
  • δεσμεύω
  • δέσμευση
shackle
  • δεσμεύω
  • πεδικλώνω
  • πεδικλώ
trammel
  • δεσμεύω
  • εμποδίζω
  • παρεμποδίζω

Σχετικές λέξεις: δεσμεύω

δεσμεύω χρήματα, δεσμεύω συνωνυμα, δεσμεύω συνώνυμα, δεσμεύω στα αγγλικά, δεσμεύω λεξικό γλώσσας αγγλικά, δεσμεύω στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δεσμίδα στα αγγλικά - bundle, ream, stack, stack of, booklet
  • δεσμευτικός στα αγγλικά - binding, binding in
  • δεσμοφύλακας στα αγγλικά - turnkey, jailer, prison guard, gaoler, guard
  • δεσμός στα αγγλικά - bond, affair, link, tie, linkage, bond is
Τυχαίες λέξεις
Δεσμεύω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: commit, bind, fetter, tether, shackle, plight