Аномальний στα ελληνικά
Μετάφραση: аномальний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- анклав στα ελληνικά - θύλακα, θύλακο, θύλακας, θύλακα του, περίκλειστο έδαφος
- аннали στα ελληνικά - χρονικά, Annals, Επετηρίδα, περιοδικό Annals, τα χρονικά
- аномалія στα ελληνικά - ανωμαλία, ανωμαλίας, ανωμαλιών, ανωμαλία που, η ανωμαλία
- анонс στα ελληνικά - προηγούμενος, νταλίκα, Προεπισκόπηση, προεπισκόπησης
Τυχαίες λέξεις
Аномальний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
Μεταφράσεις: ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές