Ворота στα ελληνικά
Μετάφραση: ворота, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στεφάνι, αυλόπορτα, πύλη, θύρα, γκολ, πύλης, πόρτα, πόρτας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ворон στα ελληνικά - πεινασμένος, λιμασμένος, κοράκι, Raven, κορακιού, το κοράκι, κόρακας
- ворона στα ελληνικά - κουρούνα, κοράκι, χήνας, κόρακα, της χήνας, κορώνης
- воротарі στα ελληνικά - τερματοφύλακες, ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΕΣ, τερματοφυλάκων, τους τερματοφύλακες, οι τερματοφύλακες
- ворс στα ελληνικά - υπνάκος, χνούδι, υπνάκο, ΕΣΔ, ΝΑΡ, NAP
Τυχαίες λέξεις
Ворота στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στεφάνι, αυλόπορτα, πύλη, θύρα, γκολ, πύλης, πόρτα, πόρτας
Μεταφράσεις: στεφάνι, αυλόπορτα, πύλη, θύρα, γκολ, πύλης, πόρτα, πόρτας