Впевнений στα ελληνικά

Μετάφραση: впевнений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βέβαιος, υπόλειμμα, σίγουρος, δεμένος, ορισμένες, ορισμένα, ορισμένων, ορισμένους, ορισμένο
Впевнений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • впадина στα ελληνικά - χαράκωμα, υποδοχή, κοιλότητα, χαντάκι, πρίζα, κοίλος, κοίλο, ...
  • впасти στα ελληνικά - ναυαγώ, φουντάρω, πέφτω, ιδρυτής, κατρακυλώ, πτώση, εμπίπτουν, ...
  • впевненість στα ελληνικά - βεβαιότητα, εμπιστοσύνη, αυτοπεποίθηση, την εμπιστοσύνη, της εμπιστοσύνης, εμπιστοσύνη των
  • вперед στα ελληνικά - μπρος, μπροστινός, εμπρός, πριν, προς τα εμπρός, μπροστά, τα εμπρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Впевнений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βέβαιος, υπόλειμμα, σίγουρος, δεμένος, ορισμένες, ορισμένα, ορισμένων, ορισμένους, ορισμένο