Σίγουρος στα ουκρανικά
Μετάφραση: σίγουρος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
визначений, певний, упевнений, деякий, довірливий, впевнений, звичайно, звісно
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σίγουρος
είμαι σίγουρος, σίγουρος στα αγγλικά, σπύρος σίγουρος, σίγουρος συνωνυμα, σίγουρος αντώνυμα, σίγουρος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σίγουρος στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σήραγγα στα ουκρανικά - тунель, тунельний, коридор, димохід, тунелю, тунельні
- σίγουρα στα ουκρανικά - аякже, доконечно, певне, обов'язково, неодмінно, звичайно, звісно
- σίκαλη στα ουκρανικά - цигана, жито, циган, цигане, Рожь, жита
- σίχαμα στα ουκρανικά - мерзенність, огиду, огида, відраза, огидне, мерзота, гидоту, ...
Τυχαίες λέξεις
Σίγουρος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: визначений, певний, упевнений, деякий, довірливий, впевнений, звичайно, звісно
Μεταφράσεις: визначений, певний, упевнений, деякий, довірливий, впевнений, звичайно, звісно