Врешті στα ελληνικά
Μετάφραση: врешті, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελικά, μετά, μετά από, μετά την, αφού, από
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- врахування στα ελληνικά - θεώρηση, μελέτη, υπόψη, εξέταση, προσοχή
- врегулювати στα ελληνικά - κανονισμός, ρύθμιση, συμβιβάσει, συμφιλιώσει, συμφιλίωση, συμβιβάσουν, συμβιβαστεί
- врешті-решт στα ελληνικά - τελικά, Τέλος, επιτέλους
- врода στα ελληνικά - καλλονή, ομορφιά, ομορφιάς, την ομορφιά, Beauty, ομορφιές
Τυχαίες λέξεις
Врешті στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελικά, μετά, μετά από, μετά την, αφού, από
Μεταφράσεις: τελικά, μετά, μετά από, μετά την, αφού, από