Τελικά στα ουκρανικά

Μετάφραση: τελικά, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
врешті-решт, остаточно, зрештою, нарешті, врешті, в кінці кінців
Τελικά στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τελικά

τελικά συνώνυμα, τελικά όποιος πάει κόντρα στον τράκη... αυτά παθαίνει, τελικά αποτελεσματα εκλογων, τελικά αποτελέσματα δήμου αθηναίων, τελικά βλάπτει το ηλεκτρονικό τσιγάρο, τελικά λεξικό γλώσσας ουκρανικά, τελικά στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • τελετουργικός στα ουκρανικά - обрядовий, церемоніальний, парадний, ритуал, обряд
  • τελευταίος στα ουκρανικά - латунь, ласо, останній, останню, остання, останнього, останнє
  • τελικός στα ουκρανικά - основний, основної, фінал, завершальний, максимальний, первинний, остаточний, ...
  • τελωνείο στα ουκρανικά - митний, мито, митниці, митниця, таможня
Τυχαίες λέξεις
Τελικά στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: врешті-решт, остаточно, зрештою, нарешті, врешті, в кінці кінців