Вуличний στα ελληνικά

Μετάφραση: вуличний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό
Вуличний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вулик στα ελληνικά - κυψέλη, κυψέλης, διαχωρισμού, κυψελών, μελίσσι
  • вулиця στα ελληνικά - δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό
  • вулканолог στα ελληνικά - ηφαίστειο, βάναυσος, χυδαίος, πρόστυχος, ηφαιστειολόγος, Ο ηφαιστειολόγος
  • вулканічний στα ελληνικά - ηφαιστειακός, ηφαιστειογενής, ηφαιστειακή, ηφαιστειακής, ηφαιστειακές, ηφαιστειακό
Τυχαίες λέξεις
Вуличний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δρόμος, οδός, δρόμο, δρόμου, οδό