Відпустку στα ελληνικά

Μετάφραση: відпустку, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακοπές, ζωγραφιά, για διακοπές, Εξοχικό, τις διακοπές, εξοχικά
Відпустку στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • відпускна στα ελληνικά - απελευθερώνω, affranchisement
  • відпустка στα ελληνικά - διακοπές, ζωγραφιά, άδεια, φύγω, αφήσει, αφήνουν, αφήσετε
  • відпущення στα ελληνικά - ελευθέρωση, απελευθέρωση, απελευθέρωσης, αποδέσμευσης, αποδέσμευση
  • відрадити στα ελληνικά - μεταπείθω, αποτρέπω, μεταπείσει, αποτρέψει, αποτρέψουν, να αποτρέψει, αποθαρρύνει
Τυχαίες λέξεις
Відпустку στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακοπές, ζωγραφιά, για διακοπές, Εξοχικό, τις διακοπές, εξοχικά