Відчужити στα ελληνικά
Μετάφραση: відчужити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- відчувати στα ελληνικά - διαβλέπω, υφή, αντιλαμβάνομαι, νιώθω, αισθάνομαι
- відчуженість στα ελληνικά - απαλλοτρίωση, αποξένωση, αλλοτρίωση, αποξένωσης, αλλοτρίωσης, την αποξένωση
- відчужування στα ελληνικά - απαλλοτρίωση, αποξένωση, αλλοτρίωση, αποξένωσης, αλλοτρίωσης, την αποξένωση
- відчужувати στα ελληνικά - αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
Τυχαίες λέξεις
Відчужити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους
Μεταφράσεις: αλλοτριώνω, αποξενώνω, αποξενώσει, αποξενώνουν, αποξενώσουν, αποξενώνει, αποξενώνουν τους