Візерунчастий στα ελληνικά

Μετάφραση: візерунчастий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύμβολο, εικόνα, μοτίβο, σχέδια, με σχέδια, διαμορφωμένο, patterned
Візерунчастий στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • візерунковий στα ελληνικά - εικόνα, σύμβολο, μοτίβο, σχέδια, με σχέδια, διαμορφωμένο, patterned
  • візерунок στα ελληνικά - σχεδιασμός, σχέδιο, πρότυπο, μοτίβο, σχήμα, προτύπου
  • візи στα ελληνικά - ορατότητα, θεώρηση, βίζα, θεώρησης, θεωρήσεων, θεωρήσεις
  • візир στα ελληνικά - εμείς, βεζίρης, Βεζύρη, βεζίρη, Βεζύρης, Vizier
Τυχαίες λέξεις
Візерунчастий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύμβολο, εικόνα, μοτίβο, σχέδια, με σχέδια, διαμορφωμένο, patterned