Ганити στα ελληνικά
Μετάφραση: ганити, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελεεινολογώ, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ганебне στα ελληνικά - επαίσχυντος, ντροπή, επαίσχυντη, επαίσχυντο, επαίσχυντες
- ганебний στα ελληνικά - ανέντιμος, επαίσχυντος, απαίσιος, αναπαράγομαι, βρόμικος, ντροπή, επαίσχυντη, ...
- ганчірка στα ελληνικά - βρομόπαιδο, κουρέλι, RAG, της RAG, η RAG, κουρελιών
- ганчірки στα ελληνικά - κουρέλι, κουρέλια, ράκη, πανιά, τα κουρέλια, πανιών
Τυχαίες λέξεις
Ганити στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελεεινολογώ, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
Μεταφράσεις: ελεεινολογώ, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας