Ελεεινολογώ στα ουκρανικά

Μετάφραση: ελεεινολογώ, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
жалкуйте, шкодувати, ганити, оплакувати, гудити, eleeinologo
Ελεεινολογώ στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ελεεινολογώ

ελεεινολογώ λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ελεεινολογώ στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ελεγειακός στα ουκρανικά - елегійний
  • ελεγκτής στα ουκρανικά - інспекції, інформатор, інспектор, контролер, ревізор, перевіряльник, інспекторе, ...
  • ελεεινός στα ουκρανικά - нещасливий, негідник, скнара, нещасний, сердешний, пошарпаний, порваний, ...
  • ελευθερία στα ουκρανικά - незалежність, право, привілей, свобода, вільність, воля, свободу
Τυχαίες λέξεις
Ελεεινολογώ στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: жалкуйте, шкодувати, ганити, оплакувати, гудити, eleeinologo