Горизонт στα ελληνικά
Μετάφραση: горизонт, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- горжетка στα ελληνικά - βοάς, γούνα του λαιμού, Boa, Μπόα, Μποα
- гори στα ελληνικά - κλαίω, πενθώ, θρηνώ, Βουνά, Όρη, Βουνά του, Βουνό, ...
- горизонтальний στα ελληνικά - οριζόντιος, οριζόντια, οριζόντιο, οριζόντιες, οριζόντιας
- горизонтально στα ελληνικά - οριζόντιος, οριζόντια, οριζοντίως, σε οριζόντια, οριζόντιο, οριζόντια θέση
Τυχαίες λέξεις
Горизонт στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα
Μεταφράσεις: ορίζοντας, ορίζοντα, χρονικού ορίζοντα, χρονικό ορίζοντα