Дача στα ελληνικά
Μετάφραση: дача, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
Μεταφράσεις
- датчик στα ελληνικά - ανιχνευτής, αισθητήρας, αισθητήρα, του αισθητήρα, αισθητήρων, αισθητήριο
- дах στα ελληνικά - οροφή, ταράτσα, σκεπή, στέγη, οροφής, στέγης, στεγών
- дбайливий στα ελληνικά - προσεκτικός, επερχόμενο, προσεκτική, στον επερχόμενο, προσεκτικοί
- дбайливо στα ελληνικά - προσεκτικά, προσοχή, με προσοχή, προσεκτική, προσεχτικά
Τυχαίες λέξεις
Дача στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία
Μεταφράσεις: ταΐζω, σιτίζω, τροφοδοτώ, εξοχικό σπίτι, παραδοσιακή κατοικία, εξοχικό, cottage, κατοικία