Дефіцитний στα ελληνικά

Μετάφραση: дефіцитний, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάνιος, σπάνιων, σπανίζουν, ανεπαρκεία, σπάνιο
Дефіцитний στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дефіс στα ελληνικά - ενωτικό, παύλα, παύλας, ενωτικού, παύλες
  • дефіцит στα ελληνικά - σπανιότητα, έλλειψη, έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
  • дефіцитність στα ελληνικά - έλλειμμα, ελλείμματος, του ελλείμματος, το έλλειμμα, έλλειμμα του
  • дехто στα ελληνικά - κάποιος, μερικοί, περίπου, μερικά, κάποια, ορισμένα
Τυχαίες λέξεις
Дефіцитний στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάνιος, σπάνιων, σπανίζουν, ανεπαρκεία, σπάνιο