Дівчина στα ελληνικά
Μετάφραση: дівчина, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βράγχιο, μεσοφόρι, κανάτα, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
Μεταφράσεις
- дівчатко στα ελληνικά - κορίτσι, girly, κοριτσίστικα, κοριτσίστικη, τα κοριτσίστικα
- дівчаток στα ελληνικά - κορίτσια, Τα κορίτσια, Girls, κορίτσια που, των κοριτσιών
- дівчинка στα ελληνικά - κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
- дівчисько στα ελληνικά - υπηρέτρια, πόρνη, κόρη, δυναμομετρικού κλειδιού, συγχρωτίζομαι μετά πόρνων
Τυχαίες λέξεις
Дівчина στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βράγχιο, μεσοφόρι, κανάτα, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
Μεταφράσεις: βράγχιο, μεσοφόρι, κανάτα, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που