Задихніться στα ελληνικά
Μετάφραση: задихніться, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στραγγαλίζω, πνίγω, ασφυκτιώ, zadyhnitsya
Μεταφράσεις
- задихатись στα ελληνικά - αναπνοή, πνίγω, ασφυκτιώ, ανάσα, εμφράκτης, τσοκ, πνίξει, ...
- задихатися στα ελληνικά - ανάσα, αγκομαχώ, λαχανιάζω, αναπνοή, πνίγω, ασθμαίνω, ασφυκτιώ, ...
- задній στα ελληνικά - πρύμνη, αυστηρός, βλοσυρός, όπισθεν, οπίσθιος, πίσω, οπίσθιο, ...
- задовгий στα ελληνικά - κάτισχνος, πάρα πολύ καιρό, πολύ καιρό, πολύ μεγάλη, πολύ μεγάλο, μεγάλο χρονικό διάστημα
Τυχαίες λέξεις
Задихніться στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στραγγαλίζω, πνίγω, ασφυκτιώ, zadyhnitsya
Μεταφράσεις: στραγγαλίζω, πνίγω, ασφυκτιώ, zadyhnitsya