Займенник στα ελληνικά
Μετάφραση: займенник, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προφέρω, αντωνυμία, αντωνυμίας, αντωνυμίες, την αντωνυμία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- займатись στα ελληνικά - συνουσία, Intercourse, σεξουαλική επαφή, Η σεξουαλική επαφή, Intercourse της
- займатися στα ελληνικά - κάνω, κάνει, κάνετε, κάνουμε, κάνουν
- займенниковий στα ελληνικά - αντωνυμικός, pronominal
- займистість στα ελληνικά - ευφλεκτότητα, ευφλεκτότητας, αναφλεξιμότητας, εύφλεκτα, καυσιμότητα
Τυχαίες λέξεις
Займенник στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προφέρω, αντωνυμία, αντωνυμίας, αντωνυμίες, την αντωνυμία
Μεταφράσεις: προφέρω, αντωνυμία, αντωνυμίας, αντωνυμίες, την αντωνυμία