Λέξη: ντουέτο
Σχετικές λέξεις: ντουέτο
χατζηγιάννης ντουέτο, ντουέτο των λουλουδιών, ντουέτο 2013, σόλο ντουέτο, ντουέτο μπαμπά - κόρης γοητεύει το διαδίκτυο, ντουέτο μεζεδοπωλείο, ντουέτο ελληνικό, γονιδης ντουέτο
Συνώνυμα: ντουέτο
διωδία
Μεταφράσεις: ντουέτο
ντουέτο στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
duet, duo, a duet, duet of, a duo
ντουέτο στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
dúo, dueto, duet, duo, dúo de
ντουέτο στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
duett, düst, Duett, Duo, duet, Duetts
ντουέτο στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
duo, duet, en duo, duo de, le duo
ντουέτο στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
duetto, duo, duet, duetto di
ντουέτο στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
dueto, duet, duo, dueto de
ντουέτο στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
duet, duo, Duet van, Het Duet
ντουέτο στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дуэт, дуэта, дуэтом, дуэте
ντουέτο στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
duett, duet, duetten
ντουέτο στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
duett, Duet, duetten
ντουέτο στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
pari, duetto, Duet, Duetot, dueton
ντουέτο στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
duet, duetten, duo
ντουέτο στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dvojzpěv, dueto, duet, duo, duetu, aplikace Duet
ντουέτο στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
duet, dukt, kanał, wentylatora, przewód, duecie, duetu, w duecie, duetem
ντουέτο στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
duett, Duet, duettet, A Duet
ντουέτο στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
düet, Duet, düeti, bir düet, yaptığı düet
ντουέτο στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
дует
ντουέτο στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
duet, dueti, çift, duetet, dyshe interpretuesish
ντουέτο στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дует, дуета, дуетна, дуетната
ντουέτο στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дуэт
ντουέτο στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
duett, paar, dueti, duetiga, duet
ντουέτο στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dvopjev, duet, duo, duetu, duet koji
ντουέτο στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Dúettinn, dúett, DUET
ντουέτο στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
duetas, dueto, duetą, Duet
ντουέτο στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
duets, duetā, duetu, dueta
ντουέτο στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дует, дуетот, дуетска, дуо, дуета
ντουέτο στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
duet, duetul, in duet, duet de, duetului
ντουέτο στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
duet, duo, duetu, duet za, dueta
ντουέτο στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
duet, duo, dueto
Τυχαίες λέξεις