Запаморочений στα ελληνικά

Μετάφραση: запаморочений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζαλισμένος, ζάλη, ζαλάδα, ζάλης, ζαλισμένοι
Запаморочений στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • запаліть στα ελληνικά - φως, Light, φωτός, ελαφρύ, Ελαφρά
  • запам'ятовувати στα ελληνικά - εντύπωση, κυνηγώ, απομνημονεύω, απομνημονεύσει, απομνημονεύσετε, απομνημονεύει, απομνημονεύσουν
  • запаморочення στα ελληνικά - κολύμπι, ζάλη, ζαλάδα, ζάλης, η ζάλη, ίλιγγο
  • запаморочливий στα ελληνικά - ζαλισμένος, ζάλη, ζαλάδα, ζάλης, ζαλισμένοι
Τυχαίες λέξεις
Запаморочений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζαλισμένος, ζάλη, ζαλάδα, ζάλης, ζαλισμένοι