Захований στα ελληνικά
Μετάφραση: захований, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται
Μεταφράσεις
- захлинатись στα ελληνικά - λυγμός, αναφιλητό, sob, λυγμό, λυγμούς
- захлинатися στα ελληνικά - λυγμός, αναφιλητό, sob, λυγμό, λυγμούς
- заховувати στα ελληνικά - κρύβομαι, κρύβω, κρύψει, απόκρυψη, αποκρύψετε, κρύβουν
- заходити στα ελληνικά - κρυφοκοιτάζω, πηγαίνω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Τυχαίες λέξεις
Захований στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται
Μεταφράσεις: σκοτεινός, δυσνόητος, κρύβω, κρυμμένο, κρυμμένα, κρυφό, κρυμμένη, κρύβεται