Заціпеніння στα ελληνικά

Μετάφραση: заціпеніння, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάπληξη, αποχαύνωση, μούδιασμα, εμβροντησία, νάρκη, αποβλάκωση, αδράνεια, αιμωδία, μουδιάσματος, το μούδιασμα, μουδιάσματα
Заціпеніння στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • зацікавлено στα ελληνικά - ενδιαφέρων, τόκος, ενδιαφέρον, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
  • заціпенілий στα ελληνικά - ναρκωμένος, μουδιασμένος, χαύνος, μουδιασμένο, μουδιασμένη, μουδιάζουν
  • заціпнути στα ελληνικά - πήζω, zatsipnuty
  • зачавити στα ελληνικά - zachavyty
Τυχαίες λέξεις
Заціпеніння στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάπληξη, αποχαύνωση, μούδιασμα, εμβροντησία, νάρκη, αποβλάκωση, αδράνεια, αιμωδία, μουδιάσματος, το μούδιασμα, μουδιάσματα