Αποβλάκωση στα ουκρανικά
Μετάφραση: αποβλάκωση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
остовпіння, заціпеніння, здивування, затьмарення свідомості, потьмарення свідомості
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποβλάκωση
αποβλακωση συνώνυμο, αποβλάκωση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, αποβλάκωση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- αποβάθρα στα ουκρανικά - докою, контрфорс, обрубувати, дока, стовп, тремтячий, бик, ...
- αποβάλλω στα ουκρανικά - ллючи, піддашшя, замовчте, помилки, киньте, випускати, хижка, ...
- αποβλέπω στα ουκρανικά - спрямувати, спрямовувати, ціль, мета, намір, мети, цілі, ...
- αποβλακώνω στα ουκρανικά - дивуйте, дивувати, Stupefy
Τυχαίες λέξεις
Αποβλάκωση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: остовпіння, заціпеніння, здивування, затьмарення свідомості, потьмарення свідомості
Μεταφράσεις: остовпіння, заціпеніння, здивування, затьмарення свідомості, потьмарення свідомості