Κατάπληξη στα ουκρανικά
Μετάφραση: κατάπληξη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
остовпіння, заціпеніння, жах, страх, ужас
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάπληξη
κατάπληξη λεξικό, κατάπληξη συνώνυμα, κατάπληξη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κατάπληξη στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κατάλυμα στα ουκρανικά - будиночки, житло, житлі, житла
- κατάλυση στα ουκρανικά - ліквідування, скасування, анулювання, нищення, каталіз
- κατάρα στα ουκρανικά - клятьбу, клятьба, анафема, проклін, прокляття
- κατάργηση στα ουκρανικά - анулювання, скасування, нищення, ліквідування, відміна, Отаман, Відмінити, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατάπληξη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: остовпіння, заціпеніння, жах, страх, ужас
Μεταφράσεις: остовпіння, заціпеніння, жах, страх, ужас