Збентежений στα ελληνικά
Μετάφραση: збентежений, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συναισθηματικός, μπερδεμένος, συγκεχυμένος, ταραγμένος, σύγχυση, συγχέεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- збалансованість στα ελληνικά - πλάστιγγα, ζυγαριά, ισοζύγιο, ισορροπία, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
- збанкрутувати στα ελληνικά - προτομή, σπάζω, χρεοκοπήσει, να χρεοκοπήσει, χρεοκοπούν, πτωχεύσουν
- збентеження στα ελληνικά - ταράσσομαι, πέλαγος, μελαγχολώ, θάλασσα, σύγχυση, καρδιοχτύπι, σάλος, ...
- збентежити στα ελληνικά - ανησυχία, τρομάζω, κατατρομάζω, συναγερμός, τρόμος, εμποδίζω, στενοχωρώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Збентежений στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συναισθηματικός, μπερδεμένος, συγκεχυμένος, ταραγμένος, σύγχυση, συγχέεται
Μεταφράσεις: συναισθηματικός, μπερδεμένος, συγκεχυμένος, ταραγμένος, σύγχυση, συγχέεται