Здивувати στα ελληνικά

Μετάφραση: здивувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποσβολώνω, ξαφνιάζω, εκπλήσσω, έκπληξη, έκπληξή, αποτελεί έκπληξη, έκπληξης, την έκπληξή
Здивувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • здерти στα ελληνικά - εκδύω, γυμνώνω, λωρίδα, ταινία, ταινίας, λωρίδας, ταινίες
  • здивування στα ελληνικά - σύγχυση, εκπληκτικός, αποβλάκωση, εμβροντησία, αποχαύνωση, έκπληξη, έκπληξή, ...
  • здирати στα ελληνικά - λειαίνω, εκδύω, τρίβω, γυμνώνω, καταληστεύουν, rip off, καταληστεύουν τους, ...
  • здирник στα ελληνικά - κάμπια, Caterpillar, της Caterpillar, κάμπιας, η Caterpillar
Τυχαίες λέξεις
Здивувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποσβολώνω, ξαφνιάζω, εκπλήσσω, έκπληξη, έκπληξή, αποτελεί έκπληξη, έκπληξης, την έκπληξή