Зм'якшувати στα ελληνικά

Μετάφραση: зм'якшувати, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περονόσπορος, υποτάσσω, κατευνάζω, μούχλα, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει
Зм'якшувати στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • злість στα ελληνικά - κακόβουλος, θυμός, μοχθηρός, εμπαθής, φούρκα, οργή, σπλήνα, ...
  • зліт στα ελληνικά - αύξηση, αυξηθεί, αυξηθούν, αυξάνεται, αυξάνονται
  • зм'якшуватися στα ελληνικά - μούχλα, περονόσπορος, zm'yakshuvatysya
  • змагайтеся στα ελληνικά - παραβγαίνω, συναγωνίζομαι, διαγωνίζομαι, μιμούμαι, Ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ανταγωνιστούν, ...
Τυχαίες λέξεις
Зм'якшувати στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περονόσπορος, υποτάσσω, κατευνάζω, μούχλα, μαλακώσει, μαλακώνουν, μαλακώσουν, μαλακώνει, απαλύνει