Знизитись στα ελληνικά

Μετάφραση: знизитись, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μείωση, πτώση, παρακμή, υποχώρηση, παρακμής
Знизитись στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • знижувати στα ελληνικά - υποβαθμίζω, ταπεινώνω, καθαιρώ, πετσοκόβω, ξεφτιλίζω, εγκοπή, μελαγχολώ, ...
  • знижуватися στα ελληνικά - προέρχομαι, χαμηλότερος, κάτω, χαμηλότερο, χαμηλότερη, κατώτερο
  • зникання στα ελληνικά - εξάτμιση, εξαφάνιση, εξαφάνισης, την εξαφάνιση, κατάργηση, εξαφάνισή
  • зникати στα ελληνικά - εξαφανίζονται, εξαφανιστούν, εξαφανιστεί, εξαφανίζεται, να εξαφανιστούν
Τυχαίες λέξεις
Знизитись στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μείωση, πτώση, παρακμή, υποχώρηση, παρακμής