Капловухий στα ελληνικά
Μετάφραση: капловухий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πέτο, ρεβέρ, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- капелюшок στα ελληνικά - ηγούμαι, πίλος, καπό, κεφάλι, κυψέλη, κυψέλης, μελίσσι, ...
- каплиця στα ελληνικά - εξωκλήσι, παρεκκλήσι, εκκλησάκι, ξωκλήσι, παρεκκλήσιο, παρεκκλησίου
- каплун στα ελληνικά - καπόνι, Capon, καπόνι καθώς, το καπόνι, κάπονας
- капля στα ελληνικά - καταβρέχω, ρανίδα, ουγκιά, χάντρα, πτώση, πέσει, drop, ...
Τυχαίες λέξεις
Капловухий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πέτο, ρεβέρ, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
Μεταφράσεις: πέτο, ρεβέρ, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής