Клеїти στα ελληνικά
Μετάφραση: клеїти, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- клерк στα ελληνικά - υπάλληλος, υπάλληλο, γραμματέα, γραμματέας, υπαλλήλου
- клешні στα ελληνικά - κλέβω, βουτώ, τσιμπώ, νύχια, τα νύχια, δαγκάνες, νυχιών, ...
- кликати στα ελληνικά - χαλάζι, κλήση, τηλεφωνώ, καταιγισμός, πρόσκληση, κλήσης, πρόσκλησης, ...
- клин στα ελληνικά - γωνία, εσοχή, σφήνα, σφήνας, σφηνοειδές, σφηνοειδούς, σφηνός
Τυχαίες λέξεις
Клеїти στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα
Μεταφράσεις: κόλλα, κολλώ, κόλλας, της κόλλας, κόλλα που, με κόλλα