Кут στα ελληνικά

Μετάφραση: кут, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εσοχή, γωνία, στριμώχνω, γωνίας, οπτική γωνία, τη γωνία
Кут στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • кусок στα ελληνικά - χάπι, επιστόμιο, κομματάκι, μερίδα, θραύσμα, κομμάτι, τεμάχιο, ...
  • кустарний στα ελληνικά - χειροτεχνία, χειροτεχνίας, βιοτεχνίας, χειροτεχνήματα, βιοτεχνία
  • кутастий στα ελληνικά - γωνιακός, γωνιώδης, γωνιακή, γωνιακής, γωνιακό, γωνιακές
  • кути στα ελληνικά - μαντήλι, κασκόλ, γωνίες, γωνιών, γωνία, τις γωνίες, οπτικές γωνίες
Τυχαίες λέξεις
Кут στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εσοχή, γωνία, στριμώχνω, γωνίας, οπτική γωνία, τη γωνία