Кучерявенький στα ελληνικά

Μετάφραση: кучерявенький, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σγουρός, κατσαρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
Кучерявенький στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • кухонний στα ελληνικά - μαγειρικός, μαγείρεμα, μαγειρέματος, το μαγείρεμα, μαγειρικής, μαγειρική
  • кучер στα ελληνικά - αμαξάς, αμαξά, άμαξας, άμαξας και, αμαξηλάτη
  • кучерявий στα ελληνικά - σγουρός, κατσαρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό
  • кучері στα ελληνικά - οδηγός, μπούκλες, τις μπούκλες, βοστρύχων, μπουκλών, κάμψεις
Τυχαίες λέξεις
Кучерявенький στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σγουρός, κατσαρός, σγουρά, τα σγουρά, σγουρή, σγουρό