Лелека στα ελληνικά

Μετάφραση: лелека, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών
Лелека στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • лекторство στα ελληνικά - υφηγεσία, lectureship
  • лекторій στα ελληνικά - αίθουσα, αμφιθέατρο, κοίλο, αίθουσα συνεδριάσεων, auditorium
  • лемент στα ελληνικά - αξιοθρήνητος, θρήνος, θρήνο, μοιρολόι, θρήνου, θρήνο της
  • лемур στα ελληνικά - δανείζω, κερκοπίθηκος, λεμούριος, lemur, λεμούριο, παπαγάλου
Τυχαίες λέξεις
Лелека στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πελαργός, Stork, πελαργού, πελαργό, πελαργών