Ляскання στα ελληνικά

Μετάφραση: ляскання, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κροτώ, χειροκροτώ, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος
Ляскання στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ляпати στα ελληνικά - χαστούκι, ραπίζω, κόλαφος, σφαλιάρα, ράπισμα, slap
  • ляпка στα ελληνικά - αμαυρώνω, θολούρα, θαμπάδα, blur, θάμπωμα, θαμπώματος
  • ляскати στα ελληνικά - χαστούκι, ραπίζω, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος
  • ляскіт στα ελληνικά - χαϊδεύω, ρωγμή, ρωγμής, κρακ, ρωγμών, crack
Τυχαίες λέξεις
Ляскання στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κροτώ, χειροκροτώ, χειροκρότημα, clap, χειροκροτήσουν, να χειροκροτήσουν, χειροκροτήματος