Лілейно-білий στα ελληνικά
Μετάφραση: лілейно-білий, Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουκρανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άκρο, μέλος, κλαδί, κρίνο, κρίνος, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- лікування στα ελληνικά - καπνίζω, θεραπεύω, παστώνω, αλατίζω, θεραπεία, μεταχείριση, αγωγή, ...
- лікувати στα ελληνικά - μεταχειρίζομαι, θεραπεύω, κερνώ, κέρασμα, θεραπεία, τη θεραπεία, αντιμετώπιση, ...
- ліловий στα ελληνικά - βιολί, μωβ, πορφυρό, μοβ, πορφυρή, πορφυρού
- лімузини στα ελληνικά - κουτσαίνω, χαλαρός, Λιμουζίνες, Εστιατόρια, limousines, λιμουζίνων
Τυχαίες λέξεις
Лілейно-білий στα ελληνικά - Λεξικό: ουκρανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άκρο, μέλος, κλαδί, κρίνο, κρίνος, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
Μεταφράσεις: άκρο, μέλος, κλαδί, κρίνο, κρίνος, κρίνου, κρίνων, νούφαρο